«ΔΙΟΠΑΝΕΙΑ 2024» 21-22 ΚΑΙ 23 ΙΟΥΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΑ

diopa 970x250

Ο Ελληνισμός της Ουκρανίας

Στην περιοχή της Αζοφικής Θάλασσας, στην άκρια της Ουκρανίας, και κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία, υπάρχει μια μικρή Ελλάδα, εργατοαγροτική, που έχει σχεδόν πλήρη αυτάρκεια και καμία εξάρτηση από το εθνικό μας κράτος. Πολλές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες και ως Έλληνες είναι καταγεγραμμένοι στα κατάστιχα της Ουκρανίας, έχουν μια συναρπαστική ιστορία και, το σημαντικότερο, ένα εντυπωσιακότατο παρόν.Το όνομα αυτής Μαριούπολη.

Μιλούν νέα ελληνικά κι απ’ αυτούς που μαθαίνουν τώρα, οι πιο πολλοί είναι Ουκρανοί και Ρώσοι. Οι Έλληνες αυτοί, όπως σε όλες τις κοινότητες αυτοχθόνων του εξωτερικού, μιλούν ελληνογενείς διαλέκτους, κάτι αντίστοιχο με τα ποντιακά.

Τα στοιχεία και η τρέχουσα πραγματικότητα δεν επιδέχονται παρερμηνείες, γι’ αυτό ποτέ δεν αμφισβητήθηκε η ελληνικότητα των κατοίκων της περιοχής. Το διάταγμα της Αικατερίνης Β΄, της επονομαζόμενης «μεγάλης», το 1778, με το οποίο όλοι οι Έλληνες της Κριμαίας διατάσσονταν να μετοικήσουν στη βόρεια πλευρά της Αζοφικής Θάλασσας, αλλά και οι απογραφές πληθυσμού της Σοβιετικής Ένωσης στις οποίες σταθερά περίπου 100.000 άτομα καταγράφονται με τη βούλα του κράτους ως Έλληνες, αποτελούν αδιάσειστα ντοκουμέντα για την ταυτότητα αυτού του κομματιού του Ελληνισμού που είναι ξεχωριστό από το άλλο μεγάλο κομμάτι στη Μαύρη Θάλασσα.

Από τον 19ο αιώνα, λαμπροί διαφωτιστές, έδωσαν μεγάλο βάρος στη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού συστήματος που με τη διδασκαλία των ελληνικών στα σχολεία και με τη συστηματικότερη γνώση της ιστορίας και του πολιτισμού της κοινότητας, θα διασωζόταν και εδραιωνόταν η εθνική συνείδηση, η οποία δεν είχε σύμμαχό της τη θρησκεία για να διαφοροποιείται από τους άλλους, όπως συνέβαινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού ο Ελληνισμός έπρεπε να επιβιώσει μέσα σε έναν ωκεανό ομόδοξων Ρώσων και Ουκρανών. Και μόνο εξ αυτού του γεγονότος, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο δύσκολη ήταν αντικειμενικά η διατήρηση της ελληνικότητας μέσα σ’ ένα φιλόξενο ομόθρησκο περιβάλλον και με δεδομένο ότι όλοι οι Έλληνες δεν μιλούσαν καν την ίδια γλώσσα. Παρ’ όλο που οι ελληνικές κοινότητες της Αζοφικής Θάλασσας βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα στη διάρκεια της επανάστασης του 1917, των ξένων εισβολών και των εμφύλιων συγκρούσεων, στα πρώτα είκοσι χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, με την ελευθερία που δόθηκε στις εθνικές μειονότητες, υπήρξε μια πραγματική έκρηξη στον τομέα του πολιτισμού με την επέκταση της διδασκαλίας των ελληνικών στα χωριά, με την εκπαίδευση δασκάλων της ελληνικής, την έκδοση βιβλίων και εφημερίδων στις διαλέκτους που μιλούσαν οι Ρωμιοί, την ίδρυση συλλόγων, θεατρικών, χορευτικών και μουσικών συγκροτημάτων, την ανάπτυξη ενός σπουδαίου λογοτεχνικού ρεύματος και την ανάδειξη πολύ σημαντικών προσωπικοτήτων σε πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής, μερικών με πανσοβιετική εμβέλεια.

Αν και αυτό το κίνημα, σε μια δραματική αλλαγή της κρατικής πολιτικής, κατεστάλη στη διετία 1937-38 και στη συνέχεια υπέστη όλα τα δεινά του πολέμου και της γερμανικής κατοχής, άφησε εντούτοις μια σφραγίδα και μια κληρονομιά ανεξίτηλη. Από τη μια η συμμετοχή των Ελλήνων στον αντιφασιστικό πόλεμο που ανέδειξε ήρωες και απ’ την άλλη η εδραιωμένη πλέον συνείδηση της εθνικής πολιτισμικής ταυτότητας, σε μια περιοχή που ο Ελληνισμός ήταν συνεκτικός, αποτέλεσαν τη βάση για την ήπια, σε πρώτη φάση, επανακαλλιέργεια της δικής του κουλτούρας. Και αυτή η «συντήρηση» επέτρεψε στον Ελληνισμό να επανέλθει δριμύτερος στο προσκήνιο μόλις οι συνθήκες έγιναν και πάλι ευνοϊκές.

Σε κάθε χωριό έχουν ελληνικό σύλλογο, τουλάχιστον ένα πολυμελές μουσικοχορευτικό συγκρότημα με ενδυμασίες δικής τους κατασκευής και στα μεγαλύτερα χωριά πολιτιστικά κέντρα. Αλλά το πιο αξιοζήλευτο είναι ότι σχεδόν σε όλα τα χωριά έχουν, εκτός από τους ελληνικούς χορούς, μαθήματα ελληνικών και σε ορισμένα σχολεία τα ελληνικά είναι μέρος του σχολικού προγράμματος. Κι αυτό με δασκάλες ντόπιες, αυτοδίδακτες, οι οποίες δεν είχαν επισκεφτεί ποτέ την Ελλάδα, ούτε είχαν γνωρίσει Έλληνες από την Ελλάδα,αφού στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990, ήταν ελάχιστοι οι Έλληνες της Ουκρανίας που είχαν την ευκαιρία να επισκεφτούν έστω για μια φορά την Ελλάδα.

Αποκορύφωμα της έμφασης που δίδουν στην καλλιέργεια της νέας ελληνικής ως ενοποιητικού στοιχείου της κοινότητας, είναι μια ελληνική γλώσσα για όλους.

Η προσπάθεια ανάδειξης ενός αμεσότερου σύνδεσμου με την Ελλάδα, είναι η δημιουργία του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών της Μαριούπολης, αρχικά ως παραρτήματος του πανεπιστημίου του Ντονιέτσκ, και στη συνέχεια, μέσα από τη συνεχή μεγέθυνση, επέκταση και αναβάθμισή του σε κρατικό πανεπιστήμιο της Ουκρανίας. Αυτό το εγχείρημα σαν ιδέα, γεννήθηκε, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε με υψηλού επιπέδου επαγγελματισμό από στελέχη της ελληνικής κοινότητας, με στόχο να γίνει το εκπαιδευτικό αυτό ίδρυμα το κέντρο των ελληνικών σπουδών στην Ουκρανία.

Μέσα σε λίγα χρόνια το πανεπιστήμιο υπό την διεύθυνση του Κωνσταντίνου Μπαλαμπάνοφ, από το ελληνικό χωριό Μικρό Γιανισόλ, απέκτησε φήμη και προσήλκυσε όχι μόνο τους καλύτερους μαθητές από τις ελληνικές κοινότητες, αλλά και παιδιά των πιο καλλιεργημένων και ευαισθητοποιημένων οικογενειών, όλων των εθνοτήτων που κατοικούν στην Αζοφική περιοχή, αλλά και σε άλλες πιο μακρινές.Να σημειωθεί δε ότι τόσο στο πανεπιστήμιο όσο και στα σχολεία των χωριών δημιουργήθηκαν μουσικά συγκροτήματα που παίζουν τραγούδια εντόπια και ελλαδίτικα και χορευτικές ομάδες που ξέρουν δεκάδες χορούς, νησιώτικα, ηπειρώτικα κ.λπ.

Επίσης, πολλά κτήρια, ιδίως σχολικά, είναι διακοσμημένα με πελώριες τοιχογραφίες με θέματα από την ελληνική αρχαιότητα, από πορτρέτα του Πλάτωνα και του Σοφοκλή, μέχρι ζωγραφιές με την Αργώ και την Ακρόπολη.

Οι δε Έλληνες της Αζοφικής, ως προερχόμενοι από την Κριμαία, γνωρίζουν από πρώτο ιστορικό χέρι ότι κατάγονται από μια επικράτεια που η ελληνική παρουσία ήταν ασύλληπτης έκτασης και βάθους. Από το Κερτς ανατολικά ως την Σεβαστούπολη και την Ευπατορία δυτικά και λίγο πιο πέρα την Ολβία και την Οδησσό, το άρωμα της αρχαίας Ελλάδας είναι εντονότατο.

Προερχόμενοι, λοιπόν, από 80 σημεία διεσπαρμένα σε όλη την Κριμαία όπου ζούσαν επί εκατοντάδες χρόνια, οι Έλληνες που εξαναγκάστηκαν -για λόγους δημογραφικούς και γεωπολιτικούς- από τη ρώσικη αυτοκρατορία να μετοικήσουν στη Μαριούπολη, έχουν μεταφέρει αυτό το στίγμα μαζί τους, είναι μέρος της πολιτισμικής τους κληρονομιάς. Αυτή η γήινη σχέση με την Κριμαία, την αρχαία Ταυρίδα, την Ταυρική Χερσόνησο, εκεί που διαδραματίζεται η περίφημη τραγωδία «Ιφιγένεια εν Ταύροις» που έγραψε ο Ευριπίδης το 413-14 π.Χ., κι αυτό το ιστορικό περιεχόμενο και αίσθημα με το οποίο είναι εμποτισμένοι οι Έλληνες της Αζοφικής Θάλασσας, αποτελεί το σημείο αναφοράς τους.

Αυτό το εκφράζουν συμβολικά με τον Μαίανδρο.

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

ΕΛΛΑΔΑ

ESTIA TV

Links

ΚΑΝΑΛΙ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ