H μεγάλη μάχη των Πλαταιών που έσωσε τον Ελληνισμό

Μέχρι να υπογραφεί η Ειρήνη του Καλλία το 449 π.Χ., Έλληνες και Πέρσες πολεμούσαν επί μισό σχεδόν αιώνα.

Οι Περσικοί Πόλεμοι, τα λεγόμενα «Μηδικά», σφράγισαν την Ελληνική ιστορία στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. και ήταν αποφασιστικής σημασίας για την πορεία του ελληνισμού και την ίδια την επιβίωσή του.

Όλα ξεκίνησαν όταν ο Κύρος Β’ κατέκτησε την Ιωνία, γεγονός που προκάλεσε την Ιωνική Επανάσταση και έπεισε τον Δαρείο να τιμωρήσει την Αθήνα για τη συνδρομή της στις ιωνικές πόλεις. Μαρδόνιος, Δάτης και Αρταφέρνης προσπάθησαν να κατακτήσουν ελληνικές πόλεις-κράτη, υπέστησαν ωστόσο συντριπτικές ήττες, με τελευταία και καλύτερη την ήττα των Περσών στον Μαραθώνα.

Όταν το τιμόνι της Περσικής Αυτοκρατορίας ανέλαβε ο Ξέρξης, μετά τον θάνατο του Δαρείου, αυτό θα σηματοδοτούσε τη δεύτερη και μαζικότερη κάθοδο των Περσών στον ελλαδικό χώρο. Ο νέος βασιλιάς ήθελε να κατακτήσει τώρα όλη την Ελλάδα και το έβαλε σκοπό ζωής εκεί στο 480 π.Χ.

Παρά τις παρθενικές στρατιωτικές του επιτυχίες σε Θερμοπύλες και Αρτεμίσιο, οι Έλληνες αναδιπλώθηκαν και κατάφεραν μια νέα σειρά ηχηρών πληγμάτων στον εχθρό, τόσο στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας όσο και στις Πλαταιές και τη Μυκάλη τελικά. Η αποφασιστική μάχη ήταν ωστόσο αυτή που δόθηκε στην πεδιάδα των Πλαταιών κατά τον Αύγουστο του 479 π.Χ., όταν η περσική απειλή αποδυναμώθηκε τόσο που έπαψε ουσιαστικά να είναι απειλή.

Και οι Έλληνες πέρασαν πράγματι στην αντεπίθεση! Επιτέθηκαν στη Μικρά Ασία και φρόντισαν να ιδρύσουν τη Συμμαχία της Δήλου το 478 π.Χ., την πολιτική και στρατιωτική ένωση 150 περίπου ελληνικών πόλεων-κρατών με ρητό στόχο να «εκδικηθούν τα δεινά που υπέφεραν λεηλατώντας την επικράτεια του (Πέρση) βασιλέως», όπως μας παραδίδει ο Θουκυδίδης.

Η Δηλιακή Συμμαχία συνέχισε πράγματι τον πόλεμο με τους Πέρσες για τρεις δεκαετίες ακόμα και τους έπληξε παντού, από τη Θράκη και την Αίγυπτο ως τη Μικρά Ασία και την Κύπρο. Η ελληνική προέλαση ήταν τόσο σφοδρή που έπεισε την Περσία των Αχαιμενιδών να συνάψει σύμφωνο ειρήνης με τους Έλληνες, δίνοντας τέλος σε μια μακρά πολεμική περίοδο που θα μπορούσε να είχε αλλάξει την ελληνική ιστορία.

Όλα κρίθηκαν εξάλλου στις λεπτομέρειες, αλλά και το ελληνικό δαιμόνιο αναμφίβολα, και η Μάχη των Πλαταιών είναι εδώ ενδεικτική για το πώς κινήθηκαν και αναχαίτισαν τελικά τη λυσσαλέα περσική εισβολή…

Το προοίμιο της μάχης

Μετά την καταστροφική για τους Πέρσες Ναυμαχία της Σαλαμίνας τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ., ο Ξέρξης αναγκάστηκε να υποχωρήσει ταπεινωμένος στη Μικρά Ασία με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του, αφήνοντας τον Μαρδόνιο με τις επίλεκτες δυνάμεις των 300.000 αντρών που διάλεξε προσωπικά για τη συνέχιση της εκστρατείας.

Αφού ξεχειμώνιασε στη Θεσσαλία και τη Βοιωτία, την άνοιξη του 479 π.X. ήταν έτοιμος να επιτεθεί εκ νέου κατά της κατεστραμμένης Αθήνας. Και οι περιστάσεις ήταν ευνοϊκές για τον πέρση εισβολέα, καθώς οι σχέσεις μεταξύ των Ελλήνων μόνο καλές δεν ήταν. Οι πόλεις-κράτη της Πελοποννήσου αρνήθηκαν να στείλουν στρατό να βοηθήσει την Αθήνα και οι Αθηναίοι απέσυραν τελικά τον στόλο τους από την πανελλήνια ναυτική δύναμη.

Την ίδια ώρα, ο Μαρδόνιος ξαπέστειλε τον υποτελή του Αλέξανδρο Α’ της Μακεδονίας (τον αποκαλούμενο «Φιλέλληνα») για να πείσει την Αθήνα να προδώσει το κοινό των Ελλήνων, τάζοντάς της ηγετική θέση στη νέα κατάσταση που απεργάζονταν οι Πέρσες για τα ελληνικά πράγματα. Συμμάχους ήθελε τους Αθηναίους και τους υποσχέθηκε όχι μόνο την πλήρη ανοικοδόμηση της πόλης τους, αλλά να τους κάνει και ηγεμόνες όλης της Ελλάδας.

Μετά τη μάχη στις Θερμοπύλες και τη Ναυμα­χία του Αρτεμισίου εξάλλου, ο περσικός στρατός είχε λεηλατήσει την έρημη Αθήνα, που απώλεσε το γόητρό της. Σμπαραλιασμένη και ερειπωμένη μεν, δεν είχε πει ωστόσο την τελευταία της λέξη. Οι Αθηναίοι ανέθεσαν στον Αριστείδη να δώσει την πρέπουσα απάντηση στους Πέρσες, στον αντιπρόσωπό τους δηλαδή, τον μακεδόνα βασιλιά. Και όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος, του είπαν: «Όσο ο ήλιος εξακολουθεί τον δρόμο του, οι Αθηναίοι δεν πρόκειται να γίνουν σύμμαχοι των Περσών. Κι επειδή έχουν τις ελπίδες στους θεούς, που τα ιερά και τα αγάλματά τους εμόλυναν και κατέστρεψαν οι Πέρσες, θα εξακολουθήσουν να πολεμούν για την ελευθερία τους».

Ο Αριστείδης είχε όμως και ένα μήνυμα για τους Σπαρτιάτες, που βλέποντας τον Αλέξανδρο Α’ στην Αθήνα έστειλαν τη δική τους αντιπροσωπεία μην τυχόν και δελεαστούν οι Αθηναίοι και συμμαχήσουν με τους Πέρσες. «Ούτε τόσο χρυσάφι υπάρχει στη γη, ούτε χώρες τόσο πλούσιες, για να δεχθούμε να προδώσουμε την πατρίδα μας και να γίνουμε φίλοι των Περσών. Βιαστείτε μόνο να στείλετε βοήθεια, γιατί ο Μαρδόνιος γρήγορα θα έλθει εναντίον μας», τους είπαν οι Αθηναίοι.

Το αυθάδες «όχι» της Αθήνας προκάλεσε τη μήνη του Μαρδόνιου, που εισέβαλε για άλλη μια φορά στην Αττική, την κατέστρεψε εκ νέου, λεηλατώντας ό,τι δεν είχε λεηλατήσει λίγο πρωτύτερα δηλαδή, και στρατοπέδευσε τελικά στη Βοιωτία. Ήταν σαφές πως αυτή η μάχη με τον περσικό στρατό θα έκρινε τη μοίρα του ελληνισμού, που είχε βρεθεί σε εξόχως δεινή θέση…

Η Μάχη των Πλαταιών που απομάκρυνε τον περσικό κίνδυνο

Παρά το γεγονός ότι οι Αθηναίοι κάλεσαν τους Σπαρτιάτες σε άμεση βοήθεια, εκείνοι γιόρταζαν τα Υακίνθια και η απάντησή τους δεν ερχόταν. Ο Μαρδόνιος είχε στρατοπεδεύσει με τους 300.000 του στη Βοιωτία (και άλλους 50.000 έλληνες συμμάχους αναφέρει ο Ηρόδοτος), στα σύνορα των Πλαταιών, για να εκμεταλλευτεί τις πεδιάδες και να μπορεί να κινηθεί το πανίσχυρο ιππικό του, συνθέτοντας μια ιδιαιτέρως δυσχερή κατάσταση για τον ελληνισμό. Όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, όποιος έπαιρνε τη νίκη, έπαιρνε ουσιαστικά και τον πόλεμο.

Οι Σπαρτιάτες πείστηκαν τελικά να στείλουν στρατό, μια είδηση που προκάλεσε ευχάριστη έκπληξη στην Αθήνα, και το ευτύχημα για την ιστορία μας ήταν πως οι Λακεδαίμονες είχαν αρχηγό τον εκλεκτό Παυσανία.

Όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, το κοινό των Ελλήνων κατάφερε να μαζέψει 38.700 οπλίτες και άλλους 69.500 βοηθητικούς και ελαφρά οπλισμένους. Επικεφαλής τέθηκε ο Παυσανίας, αν και αρχηγός των Αθηναίων παρέμενε ο Αριστείδης (κάτι που μας λέει ο Ηρόδοτος πως προκαλούσε προβλήματα στις διαταγές και τον συντονισμό) και ήταν πράγματι η πολυπληθέστερη ελληνική στρατιά που συγκροτήθηκε ποτέ, αν και έπασχε σε ένα ιδιαιτέρως τρωτό σημείο: δεν είχαν άλογα.

Ο Μαρδόνιος κινήθηκε προς τις Πλαταιές με σκοπό να βγάλει τους Έλληνες στο ανοιχτό πεδίο και να εκμεταλλευτεί το ιππικό του. Ο Παυσανίας δεν τσίμπησε και παρέμεινε στα υψώματα, αποκρούοντας τελικά την επίθεση του περσικού ιππικού. Το οποίο παρά τις αρχικές του επιτυχίες, έχασε τον Μασίστιο και αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει.

Η δεύτερη φάση της περίφημης μάχης δεν θα ερχόταν παρά οχτώ μέρες αργότερα, όταν κατέφτασαν ελληνικές ενισχύσεις (Θεσπιείς). Ο Μαρδόνιος επιδόθηκε σε δολιοφθορά, ανακόπτοντας τις γραμμές ανεφοδιασμού του ελληνικού στρατού, ο οποίος παρατάχθηκε στις Πλαταιές με αρκετά παρατράγουδα ασυνεννοησίας, έχοντας αποσυρθεί μέσα στο σκοτάδι της νύχτας.

Η επεισοδιακή υποχώρηση των Ελλήνων έπεισε τον Μαρδόνιο πως οι περιστάσεις ήταν κατάλληλες για επίθεση. Τα βέλη των Περσών έπλητταν τμήματα του ελληνικού στρατού, οι Σπαρτιάτες ήταν καθηλωμένοι από το εχθρικό ιππικό και οι Αθηναίοι δεν είχαν προσέλθει ακόμα στη μάχη. Και μέσα σε όλα, ο Παυσανίας δεν διέταζε αντεπίθεση καθώς οι οιωνοί ήταν κακοί!

Όταν βελτιώθηκαν κάπως οι βουλές των θεών, όταν επιτέθηκαν οι Τεγεάτες αψηφώντας τον αρχιστράτηγο κοντολογίς, ο Παυσανίας αναγκάστηκε να ξεκινήσει τις εχθροπραξίες. Η μάχη ήταν λυσσαλέα, καθώς και οι δύο πλευρές ήταν εκεί για τη νίκη. Παρά τις υπέρτερες περσικές δυνάμεις, οι Έλληνες συνέχιζαν να σπάνε τις γραμμές της άμυνάς τους. Και τότε συνέβη αυτό που θα έγερνε την πλάστιγγα: ο Σπαρτιάτης Αείμνηστος κατάφερε να σκοτώσει τον Μαρδόνιο, τον οποίο προστάτευαν οι χίλιοι επίλεκτοι της προσωπικής του φρουράς!

Στο πανδαιμόνιο που επικράτησε, οι Έλληνες κατέσφαξαν τους Πέρσες, από τους οποίους σώθηκαν κοντά 43.000 άντρες, οι 40.000 εκ των οποίων ήταν οι δυνάμεις του Αρτάβαζου που δεν είχαν κατέβει στη μάχη. Στην άλλη άκρη του πεδίου, οι Αθηναίοι υποχρέωναν τους Θηβαίους -σύμμαχοι των Περσών- σε πανωλεθρία, αναγκάζοντάς τους σε άτακτη υποχώρηση.

Οι Πέρσες έχασαν 257.000 άντρες και οι Έλληνες 1.360, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος. Ο Κτησίας εκτιμά πάντως τις περσικές δυνάμεις στους 120.000 άντρες (και 7.000 έλληνες σύμμαχοι). Οι σημερινοί ιστορικοί πιστεύουν πως ο περσικός στρατός αποτελούνταν από 80.000 άντρες. Ο Διόδωρος στέλνει τις ελληνικές απώλειες στις 10.000.

Την ίδια μέρα, ο ελληνικός στόλος επιτέθηκε στον περσικό στα ανοιχτά της Μυκάλης, μετρώντας έναν ακόμα εμφατικό θρίαμβο που απομάκρυνε μια και καλή την ασύμμετρη περσική απειλή. Η δεύτερη μηδική εισβολή στον ελλαδικό χώρο ήταν παρελθόν. Τώρα ήταν σειρά των Ελλήνων να περάσουν στην αντεπίθεση, εγκαινιάζοντας μια νέα σειρά αντιπαραθέσεων για τα επόμενα τριάντα χρόνια.

Παρά τη λαμπρή νίκη των Ελλήνων, ένα μικρό και ταπεινό περιστατικό από τη Μάχη των Πλαταιών έμελλε να ζήσει τη δική του ζωή, μιας και αποκαλύπτει ποιοι πραγματικά ήταν οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Όπως ξέρουμε, ο Ξέρξης έσπευσε να αποκεφαλίσει το πτώμα του Λεωνίδα της Σπάρτης μετά τη μάχη των Θερμοπυλών. Όταν λοιπόν είδε τον Μαρδόνιο να πέφτει νεκρός στο πεδίο της μάχης, ο Αιγινήτης Λάμπωνας πρότεινε στον Παυσανία να εκδικηθεί για τον αποκεφαλισμό του σπαρτιάτη βασιλιά παίρνοντας λάφυρο το κεφάλι του Πέρση.

Τι του απάντησε ο Παυσανίας, κατσαδιάζοντάς τον; «Λάμπωνα, αυτές τις πράξεις τις κάνουν οι βάρβαροι, όχι οι Έλληνες»…

 

ΠΗΓΗ

Διαβάστε περισσότερα...

Η μάχη στο χωριό Λαντζόι της Ηλείας – Ηρωικός θανατος του οπλαρχηγού Χαράλαμπου Βιλαέτη

Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης γεννήθηκε το 1781 στον Πύργο και το 1806, καταδιωκόμενος από τους Τούρκους, κατέφυγε στην αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο, όπου και υπηρέτησε στον αγγλικό στρατό με το βαθμό του λοχαγού στο Σύνταγμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Ιο Σύνταγμα Ελληνικού Ελαφρού Πεζικού του Δουκός της Υόρκης (The Duke of York’s Greek Light Infantry) και έγιναν φίλοι.

Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ήταν εκείνος που σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στον Πύργο, έχοντας στο πλευρό του τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς του Πύργου, το Λυκούργο Κρεστενίτη, το Διονύσιο Διάκο, τον Αναγνώστη Παπασταθόπουλο και τους Πέτρο και Γεώργιο Μήτζου.

Στις 3 Απριλίου του 1821, Λαλαίοι Τούρκοι κατευθύνονται στον Πύργο για να καταστείλουν την επανάσταση. Τότε, ο Βιλάετης, οι άλλοι οπλαρχηγοί της πόλης και ο Πάνος με το Γενναίο Κολοκοτρώνη οδηγούν τους Πυργιώτες σε μια μάχη δίχως προηγούμενο για τα δεδομένα της πόλης.

Μετά από πολυήμερη μάχη, οι Λαλαίοι καταστρέφουν ό,τι μπορούν και αναχωρούν για τα ορεινά.

Η πόλη πια είναι ελληνική, αλλά με πολλές απώλειες.

Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης, επινοεί τότε την ιδέα του αποκλεισμού των Τούρκων του Λάλα.

Λίγες μέρες μετά, ο Βιλαέτης μαζί με άλλους οπλαρχηγούς (Βερβιτα,Κουμανιωτης,Μπομπα κ.α)και μερικούς συντρόφους του, οχυρώνεται στο Στρέφι της Ολυμπίας.

Όταν ο Βιλαέτης βρισκόταν στο χωριό Στρέφι, ειδοποιήθηκε ότι καταφθάνουν οι Τουρκαλβανοί του Λαλα 1500 τον αριθμό,εναντίον του και με 100 παλληκάρια κατευθύνθηκε προς το χωριό Λαντζόϊ.

Η κρίσιμη εκείνη σύγκρουση έγινε στις 10 Μαΐου του 1821, στην περιοχή μεταξύ των χωριών Σμίλα και Λαντζοΐου, σε ένα πεδίο μάχης όπου κυριαρχούσαν τα αμπέλια.

Οι Έλληνες και ο Βιλαετης πολέμησαν με πρωτοφανή ηρωισμό.

Η μάχη κράτησε 5 ολόκληρες ώρες…!!!

Η αριθμητική υπεροχή των Τουρκαλβανών έκρινε την μάχη υπέρ τους.

Η μάχη αναλυτικά.

1500 Λαλαίοι μ’ επικεφαλής τον Ραΐπ Αγά, εκστρατεύουν κατά των επαναστατημένων δυνάμεων που βρίσκονταν στο χωριό Λαντζόι, κατέλαβαν μερικά σπίτια και πολιορκούν τους Έλληνες, που βρίσκονται προς την ανατολική πλευρά του χωριού.

Στην μάχη που δόθηκε εκεί στο χωριό, αμυνόμενοι και επιτειθέμενοι πολέμησαν με περίσσιο θάρρος.

Στην πρώτη τους επίθεση, σκοτώθηκε ο γιος του ιδιοκτήτη του χωριού Χελιδόνι Νεζίφ Καρά- Χούζος.

Ο δε Χαράλαμπος Βιλαέτης, ο αρχηγός των όπλων της επαναστατημένης Ηλείας, που είχε στρατοπεδεύσει στο λόφο του Στρέφι, εκείνη την ημέρα κατά πάσα πιθανότηνα, να είχε μετέβη στο παλιόκαστρο της Ώλενας, όπου το φρουρούσαν οι Πυργαίοι Γεώργιος Κόλλιας και Σαράντης Γορδούλης, οι οποίοι είχαν αναλάβει την αρχηγία του σώματος τριάντα ανδρών, του επίσης Πυργαίου Γιάννη Γιαννόπουλου.

Μόλις ο Βιλαέτης αντιλήφθηκε ότι εγένετο μάχη, κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα, είπε στα παλικάρια του: «Όποιος είναι Χριστιανός και παλικάρι ας έλθει μαζί μου».

Στην αυτή του την πρόσκληση τον ακολούθησαν εκατό περίπου μαχητές του, και έσπευσε ταχύτατα για να βοηθήσει τους εκεί αμυνόμενους στο χωριό Λαντζόι.

Δεν κατέβηκε μέσω του χωριού Αρβανίτη και Καράτουλα, αλλά για να ξεγελάσει τους Λαλαίους, που όπως υπολόγιζε να είχαν προφυλακές προς την ορεινή δίοδο, μετέβη δια της πεδινής διαδρομής και δια μέσω των δασώδων λόφων προς την περιοχή του Σμύλα, όπου υπήρχε και ένας νερόμυλος.

Οι δε Λαλαίοι, μόλις αντιλήφθηκαν τις κινήσεις του Βιλαέτη, άφησαν μια μικρή δύναμη να συνεχίζει την πολιορκία των σπιτιών στο Λαντζόι και έσπευσαν να εμποδίσουν το στρατιωτικό σώμα του Βιλαέτη να πλησιάσει στο χωριό και του έστησαν ενέδρα.

Το σώμα των Ελλήνων όταν προσεβλήθη από την ενέδρα των Λαλαίων αποδεκατίστηκε και διεσκορπίσθηκε εκεί φονεύθηκε και ο Σταύρος Σαρεντίτης.

Οι Τούρκοι δεν σταμάτησαν, αλλά παρακολουθούσαν τις κινήσεις του Βιλαέτη και τον κατεδίωκαν.

Ο Βιλαέτης, κατά τον Ιωάννη Φιλήμονα, με δεκαπέντε Πυργαίους και με δεκατρείς Τριφύλιους ταμπουρώθηκε σ’ ένα αμπελώνα.

Το τουρκικό ιππικό, που ξεπερνούσε τους χίλιους πολεμιστές, κατευθύνθηκε προς τις θέσεις του, σε σχήμα βεντάλιας και εντός ολίγου τον περικύκλωσε.

Η εξέλιξη της άνισης μάχης, ήταν γρήγορη και το τέλος άμεσο.

Στην πρώτη επίθεση σκοτώνονται δώδεκα άνδρες του Βιλαέτη και ο ίδιος τραυματίζεται στο κεφάλι.

Όταν τέλειωσαν τα πυρομαχικά του, ο Βιλαέτης, βγήκε από το ταμπούρι του και σκότωσε ένα τούρκο αξιωματούχο, όμως πίσω του που βρισκόταν κάποιος αράπης τον πυροβόλησε με μια πιστόλα και τον σκότωσε και τοιουτοτρόπως όπως ήταν αναμενόμενο, τελείωσε και η φονική αναμέτρηση, που έδωσε με τους Λαλαίους Τουρκαλβανούς.

Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης οι Λαλαίοι αποκαλούσαν «Φραγκοπαλλίκαρο».

Του έκοψαν το κεφάλι, το παλούκωσαν και αφού τον περιέφεραν στα χωριά, κατέληξαν με τυμπανοκρουσίες και αλλαλαγμούς στο περιβόητο Λάλα

Ο Χαράλαμπος Βιλαέτης ήταν μόλις 41 χρονών.

Στην μάχη αυτή σκοτώθηκαν εικοσιπέντε σύντροφοι του και οι γενναίοι τριφύλιοι οπλαρχηγοί Δημ.Κινάς, Αναγ. Δονάς και οι εκ Ζακύνθου αδελφοί Καμπασαίοι ηρωικώς αγωνισθέντες.

Οι Τούρκοι είχαν από 35 έως 50 νεκρούς.

 

ΠΗΓΗ

Διαβάστε περισσότερα...

Η μάχη στο Τρίκερι: Η συντριπτική νίκη των Ελλήνων υπό τον οπλαρχηγό Δημήτριο Καρατάσο

4 Μαΐου 1823.
Η μαχη στο Τρικερι.
Συντριπτική νίκη των Ελλήνων υπό τον οπλαρχηγό Καρατάσος.

Τρεις σκληροί στρατηγοί υπό τον Κιουταχή κατευθύνονται προς Νότο.

Ο υπαρχηγός του Κιουταχή Σιλήχ πασάς σε σύμπραξη με τον Αλβανό Περκόφκιαλη κατέρχεται από τη Λάρισα προς τη Στερεά και καταλαμβάνει τα Βρυσάκια.

Ο τρίτος, ο πασάς Ισμαήλ Μπότα απειλεί το Τρίκερι.

Στις 14 Μαΐου του 1823 ο Καρατάσος αφήνει τον Γάτσο υπεύθυνο του στρατοπέδου στο Τρίκερι και με 500 εμπειροπόλεμους αγωνιστές αποβιβάζεται με πλοία της Μαντώ Μαυρογένους στη νησίδα του Αλατά, κατατροπώνει τους εκεί στρατοπεδευμένους ισάριθμους Τούρκους, εκκαθαρίζει τη νησίδα και παίρνει μαζί του αιχμάλωτους έξι σημαίνοντες Τούρκους, που τους προορίζει για ανταλλαγή.

Όταν ο Καρατάσος επιστρέφει στο Τρίκερι έχει ήδη φτάσει ο Σιλήχ πασάς με 10.000 στρατό και με τις προφυλακές του έχει ενεργήσει ανεπιτυχή εξόρμηση κατά του Γάτσου.

Οι δυο στρατοί αντιπαρατάσσονται στο οροπέδιο των Τρικέρων και ο αγώνας στη θέση Παναγιά αδιάκοπος κρατάει τέσσερις μέρες.

Η υπεροχή του στρατού των Τουρκαλβανών εξανεμίζεται μπροστά στην ανεπανάληπτη στρατηγική του Τάσου Καρατάσου, την ανδρεία του Αγγελή Γάτσου, των υπεύθυνων οπλαρχηγών και των αγωνιστών με αποτέλεσμα να κερδηθεί για τους Έλληνες μια περιφανής νίκη.

Με την εμφάνιση και του ίδιου του Κιουταχή στο θέατρο των επιχειρήσεων νέες επιθέσεις των Τούρκων και με νέες επικουρίες έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.

Ο Καρατάσος έγραφε στο υπουργείο των στρατιωτικών: «το δουφέκι μας συν Θεώ πηγαίνει άριστα».

Αυτόπτης μάρτυρας και συμμέτοχος στους αγώνες υπό τον Καρατάσο, ο αγωνιστής Βελέντζας, περιγράφει τον μεγάλο αρχηγό και τα όσα στη Μαγνησία επιτεύχθηκαν ως εξής: «Ηκολούθησα τον Παππούν (Καρατάσιον) καθ’ όλας τας εκστρατείας του δια της αγωνιζομένης Ελλάδος. μου φαίνεται ότι βλέπω ακόμη το αρρενωπόν και εύχαρι πρόσωπόν του.

Μου φαίνεται ότι ακούω ακόμη προφέροντα τας μονοσυλλάβους του προσταγάς και μηδέποτε συγχωρούντα.

Άγιον ρίγος, το ενθυμώμαι έως τώρα, μας κατελάμβανε όλους, όταν παριστάμεθα έμπροσθέν του. το νεύμα του ήτο προσταγή αδυσώπητος και ουαί εις τον παραβάτην αυτής. η αταραξία του εν καιρώ των μαχών ήτο ανδριάντος ορειχαλκίνου αταραξία. ουδείς είδεν αυτόν εφ’ όλης του της ζωής οπισθοχωρήσαντα ενώπιον των εχθρών.

Τον ενθυμούμαι, όταν επί της Μαγνησίας κατεπολέμει τους Τούρκους. μόλις ηριθμούμεθα δισχίλιοι περί τον Παππούν και εναντίον ημών αλλεπάλληλα και ατελείωτα εφώρμων των απίστων τα στίφη εις το οροπέδιον των Τρικκέρων.

Τέσσαρας ημέρας διήρκεσεν η μάχη επί της αυτής πέτρας, ο Γέρων ασάλευτος ως η πέτρα αυτή.

Και την σήμερον ακόμη δεικνύεται από τους εντρόμους κατοίκους ο τόπος εφ’ ου εκάθητο κατά την τετραήμερον εκείνων σφαγήν. «Κι αν ήθελα τότε να φύγω, έλεγεν έπειτα γελών, μηδέ μ’ άφηναν τα γεράματα;» (εφημερίς «Φιλόπατρις», φύλλο της 29/3/1857 και Γ. Βλαχογιάννη, Ιστορική ανθολογία, Αθήνα 1927, σελ. 58).

Τα επακόλουθα της μάχης οδυνηρά για τον ηττημένο Κιουταχή, είναι δυσοίωνα και για τον Καρατάσο για τους εξής λόγους:

1) Οι Πελοποννήσιοι, που στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου στη Δυτική Ελλάδα το 1822 ήσαν επίκουροι μέχρι την ώρα που ανακλήθηκαν, δεν πέρασαν αυτήν τη φορά τον Ισθμό και δεν έκαναν την εμφάνισή τους καθώς είχε σχεδιαστεί.

2) Ο Εύριπος από αστοχία του Διαμαντή έπεσε στα χέρια των Τούρκων και πλέον δεν υπήρχε ανοιχτός δίαυλος για τον ανεφοδιασμό του στρατοπέδου των Τρικέρων.

3) Λείπει το νερό, το οποίο μεταφέρονταν από δέκα ώρες μακριά, λείπει το ψωμί, οπλουργοί και τα αναγκαία του πολέμου.

4) Ο τουρκικός στόλος πλησιάζει απειλητικά τις Σποράδες.

Ο Νουνεχής στρατηγός με ευθύνη παίρνει την απόφασή του. Πρέπει να απαγκιστρωθεί.

Αφήνει όμως την πρωτοβουλία στον Κιουταχή, που και αυτός μετά τη σφαγή που υπέστησαν τα στρατεύματά του και φημολογούμενη ασθένειά του ζητάει πρώτος ανακωχή.

Σημειώνεται ότι αντίθετοι με τη συνθηκολόγηση ήταν ο Περραιβός και ο Αγγελής Γάτσος.

Γράφτηκε ότι ο Καρατάσος συνθηκολόγησε γιατί ο Κιουταχής του υποσχέθηκε να αποδώσει τα φυλασσόμενα μέλη της οικογένειάς του στη Θεσσαλονίκη.

Ο Καρατάσος όμως γνωρίζει, και το έχει γράψει ο ίδιος στο μινιστέριο του πολέμου, ότι η φαμίλια του έχει εκδαπανηθεί προσφορά στον αγώνα.

Μετά τη συνθήκη αποσύρονται εκατέρωθεν τα στρατεύματα.

Η συμφωνία θυμίζει τη συνθήκη που έκαναν οι Σουλιώτες με τους Τουρκαλβανούς και διαπεραιώθηκαν στην Κεφαλονιά.

Ο Καρατάσος και οι Μακεδόνες διαπεραιώνονται στη Σκιάθο κατά τον μεγαλύτερό τους όγκο και κάποιοι στη Σκόπελο, όπου ήσαν οι οικογένειές τους.

Ακολουθεί η απόπειρα απόβασης του Τουρκικού στόλου στη Σκιάθο με σκοπό την εξόντωση του Καρατάσου.

 

ΠΗΓΗ

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

ΚΑΝΑΛΙ

ESTIA TV

Links

ΕΛΛΑΔΑ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ