22/5-Η Μάχη του Γρανικού

Η πρώτη μεγάλη νίκη του Μεγάλου Αλέξανδρου κατά της Περσικής Αυτοκρατορίας, που εδραίωσε τη φήμη του ως μέγα στρατηλάτη. Έλαβε χώρα στις 22 Μαΐου του 334 π.Χ. στον ποταμό Γρανικό (σημερινό Μπιγκάτσαϊ), που βρίσκεται στην βορειοδυτική πλευρά της Μικράς Ασίας, κοντά στην Τροία.

Οι πέρσες σατράπες Μιθριδάτης και Σπιθριδάτης κατείχαν τη μία όχθη του Γρανικού ποταμού, έχοντας υπό τας διαταγάς τους 12.000 πεζούς, 15.000 ιππείς και 5.000 έλληνες μισθοφόρους υπό τον Μέμνωνα τον Ρόδιο. Στην αντίπερα όχθη, ο Αλέξανδρος παρέταξε 30.000 πεζούς και 5000 ιππείς.

 

Ο Αλέξανδρος είχε ξεκινήσει στις αρχές Μαΐου από την Πέλλα με το στρατό του και στόλο 160 πλοίων με στρατηγούς τους Παρμενίωνα, Φιλώτα, Κράτερο, Κλείτο και Ηφαιστίωνα. Στη Μακεδονία άφησε ως αντικαταστάτη του τον Αντίπατρο με 12.000 πεζούς και 1.500 ιππείς. Δια μέσου της Θράκης φθάνει στον Ελλήσποντο, όπου τον ανέμενε ο στόλος του, ο οποίος διαβίβασε τις δυνάμεις του στη Μικρά Ασία και συγκεκριμένα στην Άβυδο, υπό την εποπτεία του Παρμενίωνα.

Ο Αλέξανδρος αποσπάστηκε για λίγο από το στρατό του για να θυσιάσει στο τέμενος του Πρωτεσίλαου (του πρώτου Έλληνα που εφονεύθη στον Τρωικό Πόλεμο) στην Ελεούντα, ενώ στη συνέχεια μετέβη στο Ίλιον, όπου τέλεσε θυσία στην Αθηνά και αγώνες προς τιμή του Αχιλλέα.

Όταν επέστρεψε στην Άβυδο πληροφορήθηκε από τους στρατηγούς του ότι οι Πέρσες τον ανέμεναν παρατεταγμένοι στην όχθη του Γρανικού. Η θέση τους ήταν πλεονεκτική, καθώς η όχθη του ποταμού ήταν απότομη. Ο Αλέξανδρος μετά από εισήγηση του Παρμενίωνα διαβαίνει τον ποταμό την αυγή της 22ας Μαΐου και επιτίθεται με τη δεξιά του πτέρυγα, της οποίας προΐστατο ο ίδιος, έχοντας εφαρμόσει τη Λοξή Φάλαγγα.

 

Ο Αλέξανδρος μάχεται μεταξύ των πρώτων. Σε μία στιγμή της μάχης, ο πέρσης σατράπης Σπιδριδάτης υψώνει το ξίφος του για να τον σκοτώσει. Με μία αστραπιαία κίνηση ο Κλείτος αποκόπτει το χέρι του Σπιθριδάτη και σώζει τον Αλέξανδρο. Εν τω μεταξύ, οι περσικές δυνάμεις είχαν υποπέσει σ' ένα σημαντικό τακτικό σφάλμα με καθοριστική σημασία στην έκβαση της μάχης. Είχαν τοποθετήσει τους ιππείς έμπροσθεν των πεζών, με αποτέλεσμα όταν αυτοί άρχισαν να υποχωρούν υπό την πίεση των Μακεδόνων να παρασύρουν τους πεζούς, οι οποίοι βάλλονταν ανηλεώς από τους σαρισοφόρους.

Όσοι επέζησαν τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας μόνους στο πεδίο της μάχης τους έλληνες μισθοφόρους. 2.000 πιάστηκαν αιχμάλωτοι και στάλθηκαν σιδηροδέσμιοι στη Μακεδονία για καταναγκαστικά έργα, επειδή «παρά τα κοινή δόξαντα τοις Έλλησι, Έλληνες όντες εναντία τη Ελλάδι υπέρ των βαρβάρων εμάχοντο», όπως αναφέρει ο Αρριανός. Οι απώλειες των Μακεδόνων ανήλθαν σε 150 άνδρες, ενώ οι Πέρσες έχασαν 4.000 στρατιώτες.

Την επομένη του θριάμβου του, ο Αλέξανδρος διέταξε να ταφούν οι πεσόντες άνδρες του μετά των όπλων τους, αλλά και έλληνες μισθοφόροι κατά τα έθιμα. Διέταξε, επίσης, να αποσταλούν στον Παρθενώνα ως αφιέρωμα 300 περσικές ασπίδες με την επιγραφή «Αλέξανδρος, ο υιός του Φιλίππου και οι Έλληνες πλην των Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων».

Η νίκη του Αλέξανδρου καταρράκωσε το ηθικό των Περσών, ενώ άρχισε να δημιουργείται η φήμη περί του αηττήτου του Αλέξανδρου. Η μία μετά την άλλη οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας απελευθερώθηκαν και δημιουργήθηκε ένα προγεφύρωμα, χρήσιμο στον Αλέξανδρο για τη συνέχιση της εκστρατεία του κατά των Περσών.

ΠΗΓΗ

Διαβάστε περισσότερα...

18/5/1821:Η Μάχη των Δολιανών

 

Οι Έλληνες επαναστάτες υπό τον Νικηταρά νικούν τους Οθωμανούς Τούρκους στα Δολιανά της Αρκαδίας στις 18 Μαΐου 1821 και επισφραγίζουν τη μεγάλη νίκη στο Βαλτέτσι (12-13 Μαΐου). Ο κλοιός γύρω από την Τριπολιτσά σφίγγει, σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Μετά την ήττα στο Βαλτέτσι, το σχέδιο των Τούρκων για προέλαση στη Μεσσηνία από το δρόμο της Μεγαλόπολης είχε αποτύχει. Έτσι, ο κεχαγιάμπεης του Μοριά Μουσταφάμπεης, υποχρεώθηκε να αναθεωρήσει τον σχεδιασμό του και να εφαρμόσει άλλη τακτική για να αντισταθμίσει την ήττα του.

 

Το βράδυ της 17ης Μαΐου, επικεφαλής στρατιωτικής δύναμης από 2.000 Τουρκαλβανούς ξεκίνησε από την Τριπολιτσά με κατεύθυνση νοτιοανατολική, προς το χωριό Ρίζες. Από εκεί, ένα τμήμα κατευθύνθηκε προς τα Δολιανά, με σκοπό να εισβάλει στα Βέρβαινα από νοτιοανατολικά. Δύο άλλα τμήματα βάδισαν προς το Δραγούνι και τα Βέρβαινα. Στόχος των Τούρκων ήταν κυρίως το ελληνικό στρατόπεδο των Βερβαίνων, από τη διάλυση του οποίου υπολόγιζαν ότι θα μπορούσαν να ανοίξουν δρόμο προς το Άργος, τον Μυστρά και τη Μεσσηνία.

Ο Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος), σύμφωνα με το σχέδιο τού Κολοκοτρώνη, είχε περάσει από τα Δολιανά και κατευθυνόταν προς το Ναύπλιο για να πολιορκήσει τους Τούρκους. Βρισκόταν στον Άγιο Ιωάννη, κοντά στο Άστρος, όταν οι κάτοικοι των Δολιανών τον ειδοποίησαν για τις τουρκικές κινήσεις κι έσπευσε να αντιμετωπίσει τον εχθρό.

Με τους διακόσιους στρατιώτες του οχυρώθηκε σε τρία πετρόκτιστα σπίτια, ενώ σε άλλα σπίτια και σε καίριες θέσεις οχυρώθηκαν οι άνδρες των τοπικών οπλαρχηγών Μητρομάρα Αθανασίου, Ηλία Κωνσταντόπουλου, Θόδωρου Τερζάκη και Κώστα Καρζή. Ο συνολικός αριθμός τους δεν ξεπερνούσε τους 600.

 

Το πρωί της 18ης Μαΐου άρχισε η τουρκική επίθεση με ιδιαίτερη σφοδρότητα και ο Νικηταράς, που για πρώτη φορά ανελάμβανε ηγεσία στρατιωτικού σώματος, κατόρθωσε να αποκρούσει τους Τούρκους και να αχρηστεύσει δύο τουρκικά κανόνια. Παράλληλα, στα γειτονικά Βέρβαινα οι Τούρκοι επιτέθηκαν στο ελληνικό στρατόπεδο, το οποίο πρόβαλλε εξαιρετική αντίσταση και τους ανάγκασε να υποχωρήσουν κατά τις απογευματινές ώρες.

Οι Έλληνες τους κυνήγησαν ως τα Δολιανά, όπου ενώθηκαν με τους άνδρες του Νικηταρά. Ο εχθρός βρέθηκε σε δύσκολη θέση και ο Μουσταφάμπεης εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης τη νύχτα και γύρισε στην Τριπολιτσά. Οι νεκροί ήταν μόνο 50 για τους Τούρκους, αλλά τα λάφυρα που αποκόμισαν οι Έλληνες πολλά. Ο Νικηταράς, εκτός από τη διεύθυνση της μάχης, διακρίθηκε και στις σπαθομαχίες. Για την επιτυχία του αυτή επονομάσθηκε Τουρκοφάγος.

Τα χαρμόσυνα νέα γρήγορα μεταδόθηκαν γρήγορα και στα άλλα πολεμικά μέτωπα, ενισχύοντας το ηθικό των επαναστατημένων Ελλήνων. Αντίθετα, όλες οι ελπίδες των Τούρκων του Μοριά για την καταστολή της επανάστασης στράφηκαν στη βοήθεια από την ανατολική Στερεά Ελλάδα, που σύντομα περίμεναν να φθάσει.

 

Την επιτυχία των Ελλήνων στα Δολιανά ύμνησε ο λαϊκός ποιητής Παναγιώτης Κάλλας ή Τσοπανάκος (? - 1826) με τους παρακάτω στίχους:

Η Μάχη των Δολιανών ή Ο στρατηγός Νικηταράς

Πάλιν άρχισ’ ο πόλεμος,
Και των Τούρκων ο όλεθρος.
Και στα Δολιανά ένας κρότος
Που ερράγησεν ο τόπος.

Ω ήρωα Νικηταρά!
Το αίμα των Τούρκων βοά,
Για να παύσης το σπαθί σου
Την Ελληνικήν ορμή σου.

 

Μ’ ογδόντα άνδρας κλείσθηκες,
Τούρκους δεν εφοβήθηκες.
Τρεις χιλιάδας δεν τρομάζεις,
Ως τον Λεωνίδα κράζεις.

Πατρίδα να τιμήσωμεν,
Κι όλοι μιαν ώρ’ ας ζήσωμεν,
Ήλθεν ο καιρός της δόξης,
Την εκδίκησιν να δώσης,

Βάνει τους Τούρκους έμπροστά,
Σαν τσοπάνος τα τραγιά,
Τους επήρε δυο πυργέλες
και όλους τους τζεπιχανέδες.

* Τζεπιχανέδες = λάφυρα

ΠΗΓΗ

Διαβάστε περισσότερα...

Σκρα 17/5/1918: Η σημαντικότερη ελληνική νίκη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου

 
 

Ο ελληνικός στρατός νίκησε τον βουλγαρικό στην περιοχή Σκρα του Κιλκίς, στις 17 Μαΐου 1918 (30 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο), κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπήρξε η σπουδαιότερη απ’ όσες μάχες έγιναν την άνοιξη εκείνης της χρονιάς στο Μακεδονικό Μέτωπο και η πρώτη εμπλοκή των ελληνικών δυνάμεων σε μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση.

Από το Δεκέμβριο του 1915 τα στρατεύματα των Κεντρικών Δυνάμεων (Βούλγαροι και Γερμανοί) είχαν πλησιάσει κοντά στο Σκρα και την άνοιξη του 1916 οι δυνάμεις της Αντάντ άρχισαν να προχωρούν προς το Σκρα ντι Λέγκεν, όπως είχαν ονομάσει οι Γάλλοι την τοποθεσία, με σκοπό να καθηλώσουν τις γερμανικές δυνάμεις, ώστε να μην μεταφερθούν μονάδες τους στο Δυτικό Μέτωπο. Από τον Απρίλιο του 1917 άρχισαν αψιμαχίες μεταξύ των δύο αντιπάλων, την ίδια ώρα που οι Γερμανοβούλγαροι οχύρωναν την περιοχή.

 
Ως εκ τούτου, ο γάλλος αρχιστράτηγος του Μετώπου, στρατηγός Γκιγιομά, αποφάσισε την κατάληψη της οχυρωμένης περιοχής του Σκρα. Τα σχέδια της επίθεσης συμπληρώθηκαν και υλοποιήθηκαν από τον αντικαταστάτη του, στρατηγό Φρανσέ ντ’ Εσπερέ.

Την επίθεση ανέλαβε να υλοποιήσει το Σώμα Στρατού Εθνικής Αμύνης υπό τον αντιστράτηγο Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη, ενώ τις δυνάμεις κρούσης οδηγούσε ο υποστράτηγος Ιωάννου. Για το σκοπό αυτό διατέθηκαν το 5ο και 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους, το 7ο και το 8ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Κρητών και το 1ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Σερρών. Η ελληνική δύναμη διέθετε 14.546 πεζικάριους, τους οποίους υποστήριζαν 287 βαρέα και ελαφρά πυροβόλα. Υποστηριζόταν από την 16η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία και το 1ο Σύνταγμα Αφρικής. Οι Βούλγαροι διέθεταν πέντε συντάγματα πεζικού, υποστηριζόμενα από ισχυρό πυροβολικό, βαρύ και ελαφρύ.

Η επίθεση άρχισε στις 5 το πρωί της 16ης Μαΐου με μπαράζ πυροβολικού. Τα προορισμένα για την επίθεση πεζοπόρα τμήματα εξόρμησαν το πρωί της 17ης Μαΐου και μέχρι το απόγευμα, έπειτα από σκληρές μάχες και παρά την πείσμονα αντίσταση των Βουλγάρων, κατέλαβαν το Σκρα. Το τίμημα ήταν βαρύ για τα ελληνικά στρατεύματα. Οι νεκροί ανήλθαν σε 434 και οι τραυματίες σε 1.925. Σε πολλές εκατοντάδες υπολογίζονται οι νεκροί και οι τραυματίες Βούλγαροι και σε 2.000 οι αιχμάλωτοι.

Η νίκη των Ελλήνων στο Σκρα προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους Συμμάχους κι ενθουσίασε τον ελληνικό λαό. Κατέδειξε ότι ο ελληνικός στρατός, παρ’ όλες τις εσωτερικές διαμάχες λόγω του Εθνικού Διχασμού, τα οργανωτικά και λειτουργικά του προβλήματα, εξακολουθούσε να είναι αξιόμαχος και εμπειροπόλεμος.

ΠΗΓΗ

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS

ΚΑΝΑΛΙ

ESTIA TV

Links

ΕΛΛΑΔΑ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ