Στον διάλογο «Πρωταγόρας» ο Πλάτων μας ενημερώνει ότι για να ζήσουν οι άνθρωποι μαζί και αρμονικά, στα πλαίσια της Πολιτείας, πρέπει αυτοί να κοσμούνται τόσο από δικαιοσύνη, όσο και από αιδώ (320c-323a). Έτσι αποφάνθηκε ο Ζευς, που αυτός όσο κανένας άλλος γνώριζε τα πράγματα των ανθρώπων. Και έκτοτε ὁ ἄνθρωπος θείας μετέχει μοίρας.
Έγινε λοιπόν κατανοητό από αρκετά νωρίς στην ελληνική Ιστορία ότι οι γηγενείς αυτού του τόπου πάσχουν σοβαρά στους δύο αυτούς τομείς. Πάσχουν τόσο, που αδυνατούν να συγκροτήσουν Πολιτεία που να αμβλύνει τις αντιθέσεις αναμεταξύ τους. Και είπαν με τη φαντασία και με το λογικό τους, ότι η Θέμις, η θεά της Δικαιοσύνης, πρέπει να έχει τα μάτια της κλειστά προκειμένου να μένει ανεπηρέαστη. Κατάλαβαν ότι ο άνθρωπος που βλέπει, καμιά φορά τυφλώνεται, και δεν μπορεί να είναι δίκαιος. Ενώ ο τυφλός, που γνωρίζει τις βουλές των θεών, μπορεί και βλέπει καλύτερα.Επίσης, χρειάζεται να διαθέτεις αιδώ για να υποτάσσεσαι στους νόμους, που μόνο μέσω αυτών επιβάλλεται η δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη και αιδώς λοιπόν.
Ακούμε τόσα χρόνια για την παρακμή της ελληνικής κοινωνίας. Μας υπνώτισαν τα λόγια αυτά και οι εξαγγελίες. Κι αν κάποτε είχαμε και κάποια γνήσια ψήγματα ανησυχίας ως προς το απευκταίο ενδεχόμενο της ευστοχίας αυτών των εξαγγελιών, πλέον δεν πιστεύουμε το γεγονός ή αρχίζουμε να σχηματίζουμε την αντίληψη ότι έτσι γινόταν πάντα ή – ακόμα χειρότερα – ότι έτσι πρέπει να γίνεται, γιατί τάχα ο κόσμος που τόσο γρήγορα αλλάζει, σε παρασέρνει μέσα στους δικούς του κανόνες. Με τούτα και με τ’ άλλα λοιπόν σαν να υποκύψαμε σε μια ακατανόητη, σχεδόν μεταφυσική, καταναγκαστική νομοτέλεια αποτυχίας.
Οι σημερινοί Έλληνες υποφέρουν από μια ψυχολογική στάση που ελάχιστα διαφέρει από τη συλλογική σχιζοφρένεια.
Η ζωή όμως ξέρει πάντα πολύ καλά πώς να μας πληροφορεί για την αλήθεια. Τις περισσότερες φορές το επιτυγχάνει φροντίζοντας να φέρει – ταυτόχρονα – στο προσκήνιο δύο θεμελιακά αντίθετες κοσμοθεωρίες, με αποτέλεσμα αυτές να συγκρούονται ή έστω να συμβαίνουν παράλληλα, επηρεάζοντας κατά τρόπο αναπάντεχο η μία την άλλη. Στην πραγματικότητα όμως αυτές οι κοσμοθεωρίες δεν υπήρξαν ποτέ αντίθετες. Προέρχονται και οι δύο από την ίδια πηγή. Είναι ωστόσο μερικώς ασυμβίβαστες. Και ανάλογα με την εποχή που διανύει η ανθρωπότητα, κερδίζει τον αγώνα η μια ή η άλλη. Πλην όμως χωρίς ποτέ η ετέρα να εξαφανίζεται. Πρόκειται για μια αρχή πάγιας ισχύος που είναι διατυπωμένη ήδη από την εποχή του Ηρακλείτου, ίσως και νωρίτερα. Ότι δηλαδή η γενική ισορροπία του κόσμου μπορεί να διατηρηθεί μόνο αν η αλλαγή προς τη μια κατεύθυνση προκαλεί τελικά μια αλλαγή προς την άλλη, ήτοι αν υπάρχει ένας αέναος ανταγωνισμός ανάμεσα στα αντίθετα.
Όταν δεν αιτιολογούνται επαρκώς οι αποφάσεις, ειδικά όταν ο κοσμάκης συμπιέζεται μέσα σε μια μέγγενη δυσεπίλυτων προβλημάτων, αρχίζει να πλανάται η καχυποψία και η αντιπαλότητα ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες. Οι πολίτες αρχίζουν να πιστεύουν ότι οι κυβερνήτες τους τους περιφρονούν και ότι υποτιμάται η νοημοσύνη τους. Έτσι, παγιώνεται μέσα στο θυμικό τους η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει περίπτωση να εκτιμάται η γνώμη τους, πόσο μάλλον να υπάρχει και το ενδεχόμενο οι κυβερνήτες να διδαχθούν και κάτι από αυτούς. Ο Πλούταρχος διασώζει ένα πολύ διδακτικό περιστατικό, που ταιριάζει γάντι στην περίπτωση που συζητάμε: μια φορά, ο Αλκιβιάδης, έκανε σύσταση στον Περικλή να μην κόπτεται τόσο πολύ στο να λογοδοτεί στους Αθηναίους συντάσσοντας αναλυτικούς και τεκμηριωμένους λόγους, παρά μόνο θα πρέπει να σκέφτεται το πώς να μην λογοδοτεί σε αυτούς. Ο Περικλής όμως επέμενε να τεκμηριώνει όσο το δυνατόν καλύτερα τη σκέψη του στους πολίτες.
Εμείς όμως έχουμε την ατυχία να έχουμε για πολυμήχανους σεφ την ψευτιά και την επιτηδειότητα. Αυτές οι δύο κατάφεραν να μας «σερβίρουν» κάτι το πρωτοφανές. Κατάφεραν να περάσουν τον καταναγκασμό για ελευθερία και την ελευθερία (εννοώ την πραγματική ελευθερία του πνεύματος, δηλαδή αυτή την εσωτερική περιπέτεια που σε προικίζει με αυταξίες και με πραότητα) για οπισθοδρομισμό και για εξαλλοσύνη. Πώς το κατάφεραν; έριξαν μέσα στη σούπα της Iστορίας μπόλικα μπαχαρικά ηδονισμού και ψευτοελευθεριών και σέρβιραν το πιάτο συνοδευόμενο με το μεθυστικό κρασί της αμφισβήτησης των καθιερωμένων. Έτσι, τώρα πια, πολύ εύκολα η υποταγή λογαριάζεται για ύψιστη αρετή και η διεκπεραίωση ακόμα και των πλέον στοιχειωδών εργασιών, θεωρείται πράξις σπουδαία και ηρωική..